♦ Την «απουσία» μερικές φορές τη νιώθεις με χρονοκαθυστέρηση. Έρχεται σαν κύμα και σε βρίσκει όταν απλώνεις τα ρούχα στην αυλή για να στεγνώσουν, όταν περιμένεις να γίνει το φανάρι πράσινο για να στρίψεις στη διασταύρωση, την ώρα που πληρώνεις την εφημερίδα στον περιπτερά της γειτονιάς σου. Εκείνη τη στιγμή παγώνεις. Δεν μπορείς να κάνεις βήμα ούτε προς τα εμπρός, ούτε προς τα πίσω, ούτε προς τα δεξιά, ούτε προς τ’ αριστερά. Χάνεις μία ανάσα. Η αίσθηση διαρκεί μόνο μία στιγμή · και μετά συνεχίζεις από εκεί που είχες μείνει. ♦